Η αγορά δεν κοιμάται. Κι αν νομίζεις ότι μπορείς να την αφήσεις μόνη της για λίγο, γελιέσαι. Είναι σαν τη νύχτα στην πόλη. Σιωπηλή, αλλά ποτέ ακίνητη. Αλλάζει πρόσωπο κάθε ώρα. Άλλοτε χαμογελάει, άλλοτε κρύβει μαχαίρι πίσω από την πλάτη. Κι αν αποσπάσεις την προσοχή σου για μια στιγμή, η σκηνή έχει ήδη τελειώσει — και δεν έπαιξες καν.
Παρασκευή, 9 το πρωί.Το τηλέφωνο χτυπάει.Δεν είναι ώρα για καφέ, είναι ώρα για κίνηση. Πωλείται διαμέρισμα στο Κολωνάκι. Τέταρτος όροφος. Γωνιακή πολυκατοικία του ’60. 125 τετραγωνικά που μύριζαν παλιό ξύλο και ιστορίες. Ταβάνια ψηλά, σαν να σου έδιναν περιθώριο να ανασάνεις. Μπαλκόνι που κοιτούσε τη Δεξαμενή — εκεί που η μέρα αρχίζει νωρίς και τελειώνει αργά.
Ο ιδιοκτήτης; Παλιά φρουρά. Το αγάπησε, το έζησε, το απολαμβάνε κάθε βράδυ μαζί με το ουίσκι του. Αλλά τα χρόνια βαραίνουν. Οι τοίχοι θέλουν φρεσκάρισμα. Οι σωληνώσεις αλλαγή. Κι η διάθεση να συνεχίσει να το έχει στην πλάτη του … έχει τελειώσει.
Ο αγοραστής; Νέο αίμα. Δεν ψάχνει σπίτι. Ψάχνει ευκαιρία. Περιθώριο κέρδους. Ξέρει ότι αν κινηθεί γρήγορα, θα το κλειδώσει πριν καν το πάρουν χαμπάρι οι υπόλοιποι. Κι εσύ;Αν δεν είσαι έτοιμος η παρτίδα τελειώνει πριν καν καθίσεις στο τραπέζι.
Η αγορά δεν έχει “off”. Δεν υπάρχει κουμπί παύσης. Η πόλη δεν σταματά ούτε λεπτό. Κάποιος αγοράζει. Κάποιος πουλάει. Κάποιος κλείνει συμφωνία που δεν είδες ποτέ να έρχεται. Η διαφορά ανάμεσα σε εκείνον που προλαβαίνει και σε εκείνον που μένει πίσω; Μια στιγμή. Ένα “θα το δω αύριο” που χάνει μια πώληση.νΈνα “δεν είναι η ώρα” που χάνει μια χρονιά.
Το διαμέρισμα στο Κολωνάκι έκλεισε το ίδιο βράδυ. Ο αγοραστής κέρδισε τετραγωνικά και υπεραξία. Ο ιδιοκτήτης κέρδισε ρευστότητα και ύπνο.
Εσύ; Αν έλειπες, κέρδισες μόνο εμπειρία. Κι αυτή είναι η πιο ακριβή λέξη στην αγορά.